Είναι καλό οι δύο χώρες να μιλούν και να παραμένει χαμηλά η «θερμοκρασία» αλλά δεν είναι καλό να διαπραγματεύονται επί των μονομερών επεκτατικών τουρκικών διεκδικήσεων υπογράμμισε σε συνέντευξη του στον Alpha Radio ο διευθυντής του SLPRESS Σταύρος Λυγερός. Ο ίδιος μίλησε για την επικείμενη ολιγόωρη συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν στην Ελλάδα, τι πρέπει να βάλει η χώρα μας στο τραπέζι του διαλόγου και τι θα πρέπει οπωσδήποτε να αποφύγει να συζητήσει. Τόνισε δε πως η χώρα μας θα πρέπει απέναντι στην Τουρκία να έχει μια εθνική πολιτική, συμφωνημένη από όλο το πολιτικό σύστημα, που δεν θα αλλάζει κάθε 4ετία.
«Με αυτά που έχουν δει τα μάτια μας καλώς είμαστε επιφυλακτικοί, δε λέω αρνητικοί, δε πρέπει εκ των προτέρων να προεξοφλούμε τα χειρότερα για τη χώρα μας. Ωστόσο νομίζω ότι πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί, υπάρχουν λόγοι, είναι η προϊστορία αλλά υπάρχουν και συγκεκριμένοι λόγοι που μας το επιβάλλουν οπότε θα έλεγα ότι ναι καλό είναι να είναι χαμηλά η θερμοκρασία στο μέτωπο Ελλάδας – Τουρκίας, καλό είναι οι δύο χώρες να μιλούν. Δεν είναι καλό να διαπραγματεύονται επί των μονομερών επεκτατικών τουρκικών διεκδικήσεων. Βάζω τις διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στα δύο».
«Η Ελλάδα έχει λόγους να ζητήσει η Τουρκία να μην εργαλειοποιεί το μεταναστευτικό, να μην δηλαδή χρησιμοποιεί τους μετανάστες και να μην μας τους στέλνει πακέτο όπως μας κάνει όλα τα προηγούμενα χρόνια και επειδή παίρνει χρήματα για το μεταναστευτικό, και όσοι παρανόμως περνάνε στο ευρωπαϊκό έδαφος να τους παίρνει πίσω, αυτό που δεν κάνει παρότι το είχε συμφωνήσει από το 2016. Άρα ναι είναι χοντρό θέμα και σοβαρότατο το μεταναστευτικό και δεν αφορά τα επεκτατικά σχέδια της Τουρκίας άρα δεν έχουμε κανένα λόγο να μη το συζητήσουμε και να βάλουμε τα ζητήματα αυτά και να τα θέσουμε στο πλαίσιο της ευρωτουρκικής σχέσης. Μπορεί ο Ερντογάν να πει τα δικά του βεβαίως το τι θα πει εξαρτάται από το πόσο ίδιος ζυγίζει τις προτεραιότητες του. Φαίνεται ότι αυτή τη στιγμή, σε αυτή τη συγκυρία δεν είναι προτεραιότητά του να οξύνει το κλίμα με την Ελλάδα. Δεν έχουμε όμως αυταπάτες αυτό είναι μία τακτική, κάτι το συγκυριακό. Δεν είναι ό,τι ξέχασαν οι Τούρκοι τις μονομερείς τους διεκδικήσεις, αυτό δε προκύπτει από πουθενά. Άρα καλό είναι να τα βλέπουμε τα πράγματα με αυτό το πρίσμα δηλαδή ότι δεν υπάρχει μία ας το πούμε μεταστροφή, ότι οι Τούρκιοι έπαψαν να είναι επεκτατικοί και αναθεωρητές».
«Πρέπει να προσεγγίσουμε τον ελληνοτουρκικό διάλογο με όρους όχι αρνητικούς αλλά με όρους που επιβάλλουν η ιστορία των ελληνοτουρκικών σχέσεων και δεύτερον με αυτά οι ίδιοι οι Τούρκοι λένε ότι δεν έχουν φύγει από τραπέζι, τις μονομερείς τους διεκδικήσεις. Κατά συνέπεια ναι στο διάλογο όχι στην διαπραγμάτευση, εννοώ την διαπραγμάτευση επί των επεκτατικών διεκδικήσεων. Αυτό είναι κατά τη γνώμη μου το κλειδί, η διαχωριστική γραμμή για τα κυριαρχικά μας δικαιώματα. Η Ελλάδα είχε δύο επιλογές απέναντι στην Τουρκία, η πρώτη επιλογή ήταν εξαιρετικά αρνητική απέναντι σε κάθε είδους αρνητική σε κάθε είδους συζήτηση, σε κάθε είδους συνεργασία μέχρι η Τουρκία να αποσύρει από το τραπέζι το casus belli και τις επεκτατικές διεκδικήσεις της και να βρεθεί μία λύση στο Κυπριακό. Βεβαίως αυτό είναι μία πολιτική, η οποία έχει εγκαταλειφθεί, ήταν για μία περίοδο της δεκαετίας του ’80, αλλά έχει εγκαταλειφθεί από το ελληνικό πολιτικό σύστημα. Μιλάω με αυτό το δεδομένο γιατί αυτή η επιλογή έχει γίνει, πρέπει να είμαστε ξεκάθαροι. Είχε αποδώσει σε κάποιο βαθμό αυτή η πολιτική αλλά δεν ήταν είναι ικανή από μόνη της να αλλάξει τις πολιτικές της Άγκυρας. Χρειάζεται επιμονή, εμμονή σε μία πολιτική ώστε να φέρει αποτέλεσμα. Δεν θα φέρει αποτέλεσμα επειδή την υιοθέτησε για μια 4ετία ένας πρωθυπουργός όταν η άλλη πλευρά ξέρει ότι υπάρχουν πολιτικές δυνάμεις στην χώρα που θα αλλάξουν αυτήν την πολιτική. Μία τέτοια πολιτική θα μπορούσε να αποδώσει αν ήταν εθνική πολιτική, δεν ήταν πολιτική μίας κυβέρνησης αλλά είχε υιοθετηθεί από ολες τις κυβερνήσεις και δεν άλλαζε. Τότε θα είχε πραγματικά αξία».
«Τώρα έχουμε άλλη λογική, προσπαθούμε να κρατήσουμε χαμηλά την θερμοκρασία, προσπαθούμε όμως να το κάνουμε αυτό κάνοντας πως δεν βλέπουμε διάφορα πράγματα. Ένα από αυτά, βαρύτατο είναι, που δεν έχουμε απαντήσει σε επίσημη επιστολή του τουρκικού κράτους στην γ.γ. του ΟΗΕ όπου διατυπώνει αυτές τις περιβόητες επεκτατικές διεκδικήσεις και εμείς δεν έχουμε απαντήσει! Αυτό συμβαίνει από τον Σεπτέμβριο του 2022, έχουν περάσει 15 μήνες και το κάνουμε αυτό για να μην χαλάσουμε το κλίμα. Όταν σκέφτονται έτσι το πολιτικό σύστημα, εγώ ειμαι υπέρ του να είναι καλό το κλίμα αλλά αυτό είναι προς όφελος και των δύο πλευρών. Δεν είναι μια χάρη που μας κάνει η Τουρκία, να είμαστε ξεκάθαροι».
«Προφανώς αυτή την περίοδο ο Ερντογάν έχει ανοιχτό μέτωπο στα νοτιοανατολικά του, αναφέρομαι δηλαδή στη Γάζα, τις Ηνωμένες πολιτείες και με το Ισραήλ. Δεν θέλει λοιπόν να προσθέσει ένταση με την Ελλάδα γιατί ήδη έχει ανοικτά πολλά μέτωπα. Το ότι δεν θα υπάρχουν ερωτήσεις προς τους δύο άνδρες είναι για να μην ειπωθούν αυτά επί ελληνικού εδάφους, όχι μόνο για την Γάζα όσα έχουν ειπωθεί αλλά και αυτά που αφορούν τις δύο χώρες, γιατί αν ερωτηθεί τι γνώμη έχεις για το μνημόνιο με την Λιβύη ο Ερντογάν θα σου πει ότι είναι σωστό, άρα δεν αγγίζουμε όσα καίνε».