34.9 C
New York
Τετάρτη, 30 Ιουλίου, 2025

Buy now

«Πρέπει να καλλιεργήσουμε, έστω και με καθυστέρηση, τις σχέσεις μας και με τις δύο κυβερνήσεις της Λιβύης»

Θα πρέπει να καλλιεργήσουμε έστω και με καθυστέρηση τις σχέσεις μας και με τις δύο κυβερνήσεις της Λιβύης διότι αυτό θα είναι μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα προς το συμφέρον μας, παραμένοντας παράλληλα σταθεροί στην απαίτησή μας οι συμφωνίες με τις αμερικανικές εταιρείες να υλοποιηθούν αδιατάρακτες. Αυτό επεσήμανε μεταξύ άλλων σε συνέντευξη του στον Alpha Radio o πρέσβης επί τιμή Δημήτρης Καραιτίδης, αναφερόμενος στους λάθους χειρισμούς μας στο θέμα, την προσέγγιση της Τουρκίας στην Λιβύη αλλά και τις απαιτήσεις που εγείρει η ίδια η Τουρκία για το Αιγαίο.

«Ένα σχόλιο για γλαφυρή παρομοίωση του κ. Κοτζιά της Τουρκίας ως ενός κάβουρα με δυνατές δαγκάνες, οι οποίες επιχειρούν σε κάθε ευκαιρία που παρουσιάζεται να περιορίσουνε ή να απειλήσουν σοβαρά τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας μας. Αυτό είναι γεγονός, δεν έχει συμβεί μόνο τα τελευταία χρόνια, είναι ένα πάγιο και σταθερό χαρακτηριστικό της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας, ιδίως μετά την μικρασιατική καταστροφή. Τα τραγικά γεγονότα της εποχής εκείνης που στοίχησαν στον ελληνισμό και της Μικράς Ασίας αλλά και σε όλο τον ελληνισμό, έδωσαν στην Τουρκία ένα σημαντικό στρατηγικό πλεονέκτημα και της επέτρεψε να αισθάνεται ότι βρίσκεται πλέον σε μία θέση ισχύος και υπεροχής έναντι της Ελλάδος και δημιούργησε την αυτοπεποίθηση στους ούτως ή άλλως υπάρχοντες ενδοιασμούς και δισταγμούς της Τουρκίας να αποδεχθεί τους όρους της συνθήκης της Λωζάνης, διότι είχε έκτοτε την επιθυμία να κυριαρχήσει στο μισό Αιγαίο και να προσεταιριστεί τα ελληνικά νησιά που τώρα ζητά να αφοπλιστούν με προφανή σκοπό όταν θα της δοθεί η ευκαιρία να τα καταλάβει με μεγαλύτερη ευκολία. Έχουμε λοιπόν μία πάγια τέτοια λογική της Τουρκίας απέναντι μας».

«Οι ελληνικές κυβερνήσεις επιχείρησαν κατά διαστήματα αυτή την τάση να την ανασχέσουν, να την αναστείλουν, να την παρεμποδίσουν, αλλά οι προσπάθειες αυτές δεν είχανε το επιθυμητό αποτέλεσμα, πρώτον διότι η τουρκική ορμή και ροπή προς επέκταση και αναθεωρητισμό ήταν δεδομένες και δεν ανταποκρινόταν η Τουρκία στις χειρονομίες καλής θέλησης και στις προσπάθειες διπλωματικής ή πολιτικής αντιμετώπισης των διαφορών, αφετέρου δε διότι και η ελληνική εξωτερική πολιτική παρότι έχει ορθούς στόχους, δεν έχει πάντα την απαιτούμενη οργάνωση, μεθοδικότητα και συνεπή που θα της επέτρεπε να επιφέρει καλύτερα αποτελέσματα».

«Έχουμε το εξής φαινόμενο που ενώ το έχουμε διαπιστώσει δεν το αντιμετωπίζουμε με αποφασιστικότητα και ριζικό τρόπο, δηλαδή το να μετατρέπουμε τις προσδοκίες μας σε δήθεν διαπιστώσεις. Ωραιοποιούμε συχνά την κατάσταση, παρασυρόμεθα από τις διακηρύξεις περί συνεννόησης και συναδέλφωσης των δύο λαών με αποτέλεσμα να δημιουργούμε ψευδή εικόνα ακόμα και σε μας τους ίδιους για τους υπάρχοντες κινδύνους και για την ωμή και κυνική νοοτροπία που διαπνέει την εξωτερική πολιτική. Είχαμε λοιπόν μία πρώτη προσπάθεια αντιμετώπισης της πολιτικής αυτής υπεροχής απέναντί μας μετά τη μικρασιατική καταστροφή με την συμφωνία Βενιζέλου -Ατατούρκ περί ελληνοτουρκικής φιλίας. Τα δεδομένα τότε ήταν δυσμενή για εμάς διότι είχαμε υποστεί μια συντριπτική ήττα και ο Βενιζέλος ήθελε να ανασχέσει την περαιτέρω επιβάρυνση της κατάστασης και με την υπογραφή μιας συμφωνίας με τους Τούρκους, απεδείχθη μετά από μερικά χρόνια ότι αυτές οι ελπίδες που η συμφωνία μας δημιούργησε δεν ήταν βάσιμες, δεν υπήρχε η ανάλογη και απαιτούμενη και οφειλόμενη ανταπόκριση από την άλλη πλευρά. Μετά είχαμε την συμφωνία ένταξης και των δύο χωρών στο ΝΑΤΟ και τότε θεωρήσαμε ότι αφού ήμασταν στην ίδια δυτική συμμαχία δεν θα ήτανε δυνατόν η Τουρκία να επιχειρήσει κάποιες κινήσεις εναντίον μας διότι θα είχαμε την προστασία του συμμαχικού παράγοντα. Και αυτό απεδείχθη ότι κινούνταν στο επίπεδο των ονειροπολήσεων ή των ευσεβών πόθων διότι ήρθε το 74 με την σύμπραξη της χούντας που προχώρησε στην ανατροπή του Μακαρίου και  στη συνέχεια στην άρνηση στοιχειώδους αντίδρασης της τουρκικής αποβατικής επιχείρησης στην Κύπρο για να διαψεύσει την προσδοκία ότι θα είχαμε υποστήριξη από το ΝΑΤΟ. Το ΝΑΤΟ με απλά λόγια μας είπε εγώ νίπτω τας χείρας μου, δεν θέλω να αναμειχθώ σε διαφορές μεταξύ μελών της συμμαχίας. Θα σας προστατεύω αν σας επιτεθεί άλλη χώρα εκτός συμμαχίας, αλλά αν έχετε διαφορές και διατρέχετε κίνδυνο σύγκρουσης με χώρα συμμαχική αυτό είναι δικό σας θέμα και θα πρέπει με δικές σας δυνάμεις να το αντιμετωπίσετε.

«Επι Ανδρέα Παπανδρέου η ελληνική κυβέρνηση είχε επιχειρήσει ένα συστηματικό και καλά οργανωμένο άνοιγμα προς τη Λιβύη, την εποχή που στη χώρα ήταν επικεφαλής ο διεθνώς αμφισβητούμενος και λίθοβολούμενος Καντάφι και είχαν διατυπωθεί πολλές επικρίσεις κατά της Ελλάδος διότι τολμούσε να έχει σχέση με έναν δικτάτορα. Όμως η επιλογή εκείνη ήταν απολύτως σωστή, ο Παπανδρέου είχε μια σφαιρική και ορθή αντίληψη του διεθνούς πεδίου, των διεθνών σχέσεων και συστημάτων ότι είναι προς το συμφέρον μας να έχουμε καλές σχέσεις με τη χώρα αυτή. Έκτοτε υπό την επίδραση του δυτικού παράγοντα και με μία χαλάρωση από δική μας πλευράς διότι ήμασταν στον ιδεατό κόσμο της υποστήριξης από την Ε.Ε. και το ΝΑΤΟ όντας το καλό παιδί της συμμαχίας, αυτή η σχέση δυστυχώς περιέπεσε σε μεγάλη ατονία, περίπου σε κατάργηση. Αυτό το κενό έσπευσε να καλύψει η Τουρκία και την πρώτη φορά με το τουρκολυβικό μνημόνιο και την δεύτερη φορά προσεταιριζόμενη τον Χαφτάρ. Όταν μετά τον Καντάφι χωρίστηκε η Λιβύη σε δύο πόλους, τον καλέσαμε τον Χαφτάρ εδώ, παρότι παράγοντες της ελληνικής πολιτικής και πανεπιστημιακή ζωής θεωρούσαν ότι είναι ατόπημα η πρόσκληση αυτή, καλώς τον καλέσαμε αλλά κακώς δε φροντίσαμε να δώσουμε συνέχεια στην σχέση αυτή. Ακούγεται το ερώτημα ότι ο Χαφτάρ είναι ένας άνθρωπος ο οποίος έχει ύποπτες επαφές ακόμη και με ομάδες της Λιβύης που κινούνται στο χώρο του υποκόσμου και λένε με αυτόν θα δημιουργούσαμε σχέσεις; Ναι με αυτόν θα δημιουργούσαμε σχέσεις και έπρεπε να τις διατηρήσουμε, δεν αρκεί να διαπιστώνουμε ότι έχουμε μια καλή προσέγγιση σε μια αρχική προσπάθεια, χρειάζεται συνέχεια, παρακολούθηση, καλές κινήσεις, ορθή χάραξη και σχεδιασμό της πολιτικής μας. Δε το κάναμε και το πληρώνουμε τώρα.

«Ο κ. Βαληνάκης έχει ορθές τοποθετήσεις στην επισκόπηση των θεμάτων της εξωτερικής πολιτικής. Θα έπρεπε αυτή η προετοιμασία «υπεδάφους» που είχε γίνει τότε με τη Λιβύη και που θα ευχόταν κανείς να είχαμε μία τολμηρή στάση και να την είχαμε ολοκληρώσει, θα έπρεπε να την συνεχίσουμε. Μεσολάβησε βέβαια η δραματική περίοδος των μνημονίων όπου πλέον και το κύρος μας είχε περιοριστεί και το ηθικό μας ήταν στο χαμηλότερο επίπεδο και οι σκέψεις μας για τα θέματα της εξωτερικής πολιτικής είχαν έναν χαρακτήρα θεωρητικό και υποτονικό. Τώρα στο σημείο που βρισκόμαστε πού είναι αρνητικό και δύσκολο για τις σχέσεις μας και με την Τουρκία και με τη Λιβύη, τι θα μπορούσε να γίνει; Δεν υπάρχει θαυματουργός συνταγή, αλλά θα πρέπει να καλλιεργήσουμε έστω και τώρα, έστω και με καθυστέρηση τις σχέσεις μας και με τις δύο κυβερνήσεις της Λιβύης και με την κυβέρνηση της Τρίπολης και με την κυβέρνηση της Βεγγάζης διότι αυτό θα είναι μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα προς το συμφέρον μας έστω και αν δεν βρίσκουμε πάντα την κατάλληλη εκ μέρους τους ανταπόκριση. Επίσης θα πρέπει να επιδιώξουμε την πολιτική αλλά και την νομική αντιμετώπιση του ζητήματος. Η Λιβυή είχε στο παρελθόν αναγνωρίσει το διεθνές δικαστήριο ως μέσο διευθέτησης των διαφορών της με τη Μάλτα, είχε προσφύγει στο διεθνές δικαστήριο και είχε αποδεχτεί τις αποφάσεις του. Εμείς έχουμε θέσεις που είναι συμβατές με το διεθνές δίκαιο, τώρα λοιπόν πρέπει να επιμείνουμε και να πιέσουμε τη Λιβυκή πλευρά, όποιο αποτέλεσμα και αν έχουν οι προσπάθειες, να προβεί σε μία τέτοια συνεννόηση μαζί μας. Είναι δύσκολο εγχείρημα διότι έχει παρέμβει η Τουρκία έμμεσα και άμεσα και με πολιτικά και οικονομικά μέσα, προφανώς έχει προσελκύσει και τον Χαφτάρ, πρέπει όμως εμείς να κινηθούμε σε αυτή την γραμμή παραμένοντας σταθεροί στην απαίτησή μας οι συμφωνίες με τις αμερικανικές εταιρείες να υλοποιηθούν αδιατάρακτες.

Related Articles

Stay Connected

0ΥποστηρικτέςΚάντε Like
3,913ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
- Advertisement -spot_img

Latest Articles