Πρέπει να δοθεί βαρύτητα στον κινηματικό ρόλο που πρέπει να έχει μια παράταξη, να ακούμε την βάση και δεύτερον να αρχίσουμε να μιλάμε με όρους που αφορούν τη νέα γενιά ήταν τα βασικά συστατικά κατά τον Κώστα Κατσανέβα, αντιπρόεδρο του Ιδρύματος Γεωργίου Παπανδρέου και μέλος της ΚΠΕ του ΠΑΣΟΚ, για την ανάκαμψη του κινήματος. Ο ίδιος μιλώντας στον Alpha Radio τόνισε πως η νέα γενιά νιώθει απογοήτευση από το πολιτικό σύστημα και αυτό φέρνει την ιδιώτευση και την αποστροφή για τα κοινά.
«Τα βασικά συστατικά μπορώ να πω ως απλός πολίτης, ως πολιτικό ον και ως άνθρωπος προοδευτικό και δημοκρατικός, είναι η έμφαση στο κινηματικό ρόλο μιας νέας προσπάθειας η οποία πάντα, ό,τι οι προέρχεται από τη βάση έλεγε συνέχεια η γιαγιά η Μαργαρίτα είναι αυτό που θα μπορέσει να διαρκέσει σε όλες τις δυσκολίες που μπορεί να έχει μια εποχή. Αυτό είναι λοιπόν που λείπει σήμερα, ζούμε σε μία εποχή που είμαστε στο μεταίχμιο, με τη έννοια του ότι το πολιτικό σύστημα ευρύτερα και αυτό αφορά όλα τα κόμματα και λειτουργούμε ακόμα με αναχρονιστικούς ρόλους, με αναχρονιστική και πιο παλιά νοοτροπία, μια νοοτροπία που δεν εκφράζει πλέον τη νέα γενιά η οποία είναι πραγματικά απογοητευμένη, ζει διαρκώς με αβεβαιότητα, δεν ζει στον ίδιο κόσμο που ζούσανε την δεκαετία του 70 και 80. Επομένως όταν μιλάμε για τις νέες γενιές που έχουμε και την μεγαλύτερη αποχή δε μπορούμε να μιλάμε με όρους 1974.
«Πρέπει να δοθεί βαρύτητα στον κινηματικό ρόλο που πρέπει να έχει μια παράταξη, να ακούμε την βάση και δεύτερον να αρχίσουμε να μιλάμε με όρους που αφορούν τη νέα γενιά, την καινοτομία, τις πραγματικές ανάγκες, του προβληματισμούς της σημερινής κοινωνίας. Πρέπει να εξετάσουμε την ψυχοσύνθεση της νέας γενιάς, αν ρωτήσετε ένας άνθρωπο που είναι σε μια ενεργή φάση της ζωής σου, που μπορεί να δουλεύει, θα σας πολύ απλά ότι εγώ νιώθω ότι δεν μπορώ να αλλάξω κάτι είτε με την ψήφο μου είτε με την συμμετοχή μου στα κοινά και άρα θα ασχοληθώ μόνο με την ιδιωτική μου ζωή, θα προσπαθήσω να δουλέψω να βγάλω τα προς το ζην, ότι μπορώ να κάνω για εμένα και την οικογένεια μου, επομένως υπάρχει μία απογοήτευση. Όταν νιώθουμε ότι δεν υπάρχει η ελπίδα, τότε σημαίνει ότι μπαίνω σε μία απάθεια, σε μία συναισθηματική διαδικασία εσωστρέφειας και δεν θέλουμε να ασχοληθούμε με τα κοινά γιατί νιώθουμε ότι δεν έχουμε τη δύναμη να το κάνουμε αυτό. Όλη αυτή η ενέργεια πηγαίνει σε μία προσωπική προσπάθεια ανάπτυξης εργασιακή και το βλέπουμε αυτό στους νέους, ότι υπάρχει μία ενέργεια που μεταφέρεται στο κομμάτι το επαγγελματικό, αλλά μπορούμε να το δούμε και σε άλλα επίπεδα, όπως με τον οπαδισμό που βλέπουμε την αύξηση του στις ακραίες τάσεις, είτε αυτές είναι πολιτικές είτε στον αθλητισμό. Οπότε μεταφέρεται αυτή η ενέργεια κάπου αλλού και με λάθος τρόπο.
«Η δική μου γενιά, εγώ είμαι γεννημένος το 91, αλλά και οι μεγαλύτερες γενιές πρέπει να έχουν μια άλλη ενσυναίσθηση, ότι ζούμε σε έναν άλλο κόσμο, δεν υπάρχει πλέον το εργασιακό συμβόλαιο το ότι θα αποκτήσω κάποιες βασικές δεξιότητες, βασικές γνώσεις από το πανεπιστήμιο και έχω εξασφαλισμένη μία δουλειά που θα ακολουθήσει ως την σύνταξη. Δεν γνωρίζουμε την επόμενη μέρα, επομένως πως μπορούμε να εμπιστευτούμε κόμματα τα οποία μας λένε διαρκώς τα ίδια και τα ίδια; Το ζήτημα με το άρθρο 86 είναι σίγουρα ένα θέμα πολιτικής βούλησης, είναι μια παθογένεια που έχουμε ευρύτερα στο πολιτικό μας σύστημα που βρίσκουμε τον τρόπο να αλληλοκαλυπτόμαστε με νομοθεσίες, ακόμα και με ερμηνείες του συντάγματος που πολλές φορές δεν μπήκαν εκεί για αυτούς τους λόγους και η πραγματικότητα είναι ότι πρέπει να μπούμε σε μία διαδικασία αναθεώρησης συγκεκριμένων άρθρων του συντάγματος, έτσι ώστε να μην συνεχιστεί αυτή η επιχείρηση που γίνεται διαρκώς από πολλές κυβερνήσεις, δεν μιλάω μόνο τώρα για τις περιπτώσεις των Τεμπών ή άλλων περιπτώσεων σκανδάλων όπως τα Τέμπη στα οποία αλληλοκαλύπτονται οι πολιτικοί και οι βουλευτές μέσα σε ένα πολύπλοκο σύνθετο σύστημα το οποίο εν τέλει καταλήγει να μη πέφτει φως στη δικαιοσύνη και να μην πέφτει η ευθύνη σε κανένα. Πράγματι δεν υπάρχει πολιτική βούληση, είναι μια κατάσταση που ειδικά σε μια εποχή που κυριαρχεί μία κυβέρνηση τελείως επικοινωνιακή, τελείως επιφανειακή που διαρκώς απλά αποτελεί μια δύναμη ελάχιστης μεταρρύθμισης και απλής επικοινωνιακής διαχείρισης, εκμεταλλευόμενη τις αδυναμίες της αντιπολίτευσης, να αναπαράγει αυτές τις γνωστές παθογένειες του ελληνικού συστήματος».
«Για να μην είμαστε τόσο πεσιμιστές μπορούμε να πούμε ότι όλες οι κυβερνήσεις με τη δικές τους ιδεολογίες και προσπάθειες έχουνε κάνει κάποιες μεταρρυθμίσεις που έχουνε θετικό αποτύπωμα και αρνητικό. Το ζήτημα είναι ότι πολλές από αυτές δε πάνε στη ρίζα των δεινών, των παθογενειών της χώρας μας το ΠΑΣΟΚ έκανε τομές στα κοινωνικά – ανθρωπιστικά ζητήματα και οικογενειακού δικαίου και πράγματι σε θέματα σαν αυτά είχε αδυναμίες, όταν αφορούσαν συγκεκριμένα συμφέροντα. Τα θέματα δικαιοσύνης θα έπρεπε να είναι προτεραιότητα ειδικά σε μία εποχή όπου είναι και πιο εύκολο αν θέλετε πλέον να ελέγχουμε την διαπλοκή και την διαφθορά κτλ. Επομένως όλο αυτό καταλήγει σε μία κοινωνία η οποία βρίσκεται στην αποχή, βρίσκεται στην απογοήτευση, ειδικά σε μία νέα γενιά που δεν βλέπει πρόοδο στο μέλλον για τη δική της διαβίωση και αυτό είναι κάτι το οποίο σας το λέω και εγώ προσωπικά, το βιώνω, εγώ είμαι ένας άνθρωπος που στο εξωτερικό έμεινα 17 χρόνια στον Καναδά, επέστρεψα εδώ και 9 χρόνια στην Ελλάδα, με το δικό μου σπαθί δούλεψα, έχω μια επιχείρηση τώρα και βλέπω ατελείωτα εμπόδια. Και το παραδέχομαι ότι ειμαι σε διαδικασία εσωτερικής πάλης για το αν πρέπει να ξαναφύγω στο εξωτερικό».